Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀσταθής
ἀστάθμευτος
ἀστάθμητος
ἄσταθμος
Ἀστακός
ἀστακός
Ἀστακός2
ἀστακτί
ἄστακτος
ἀστάλακτος
ἀστάλη
ἀσταλής
ἀσταλύζω
ἀστάνδης
Ἀστάρτειος
Ἀστάρτη
ἀστασία
ἀστασίαστος
Ἀστάσπης
ἀστατέω
ἄστατοι
View word page
ἀστάλη
polypus in the nose
ShortDef
polypus in the nose
Debugging
Headword:
ἀστάλη
Headword (normalized):
ἀστάλη
Headword (normalized/stripped):
ασταλη
IDX:
14336
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14337
Key:
Data
{'content': 'polypus in the nose'}