Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἄσσος
Ἀσσυρία
Ἀσσύριοι
Ἀσσύριος
Ἀσσυρίς
ἀσταγής
ἀσταθής
ἀστάθμευτος
ἀστάθμητος
ἄσταθμος
Ἀστακός
ἀστακός
Ἀστακός2
ἀστακτί
ἄστακτος
ἀστάλακτος
ἀστάλη
ἀσταλής
ἀσταλύζω
ἀστάνδης
Ἀστάρτειος
View word page
Ἀστακός
Astacus, father of Melanippus
ShortDef
Astacus, father of Melanippus
the smooth lobster
Astacus, a town
Debugging
Headword:
Ἀστακός
Headword (normalized):
ἀστακός
Headword (normalized/stripped):
αστακος
IDX:
14330
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14331
Key:
Data
{'content': 'Astacus, father of Melanippus'}