Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἆσσον
Ἄσσος
Ἀσσυρία
Ἀσσύριοι
Ἀσσύριος
Ἀσσυρίς
ἀσταγής
ἀσταθής
ἀστάθμευτος
ἀστάθμητος
ἄσταθμος
Ἀστακός
ἀστακός
Ἀστακός2
ἀστακτί
ἄστακτος
ἀστάλακτος
ἀστάλη
ἀσταλής
ἀσταλύζω
ἀστάνδης
View word page
ἄσταθμος
unweighed, without record of weight
ShortDef
unweighed, without record of weight
Debugging
Headword:
ἄσταθμος
Headword (normalized):
ἄσταθμος
Headword (normalized/stripped):
ασταθμος
IDX:
14329
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14330
Key:
Data
{'content': 'unweighed, without record of weight'}