Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀείστροφος
ἀειτελής
ἀειφανής
ἀειφεγγής
ἀειφλεγής
ἀείφρουρος
ἀειφυγία
ἀειφυλλία
ἀείφυλλος
ἀείχλωρος
ἀειχρόνιος
ἀεκαζόμενος
ἀέκητι
ἀεκούσιος
ἀέκων
ἀέλιοι
ἄελλα
ἀελλαῖος
ἀελλής
ἀελλοδρόμας
ἀελλόθριξ
View word page
ἀειχρόνιος
everlasting
ShortDef
everlasting
Debugging
Headword:
ἀειχρόνιος
Headword (normalized):
ἀειχρόνιος
Headword (normalized/stripped):
αειχρονιος
IDX:
1432
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1433
Key:
Data
{'content': 'everlasting'}