Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἁβροείμων
ἁβροκόμης
ἀβρόμιος
ἁβρομίτρης
ἄβρομος
ἁβροπάρθενοι
ἁβροπέδιλος
ἁβροπενθής
ἁβροπέτηλος
ἁβρόπηνος
ἁβρόπλουτος
ἁβρός
ἁβροσταγής
ἁβροσύνη
ἁβρόσφυρος
ἀβροτάζω
ἁβρότας
ἁβρότης
ἁβρότιμος
ἀβροτόνινος
ἀβροτονίτης
View word page
ἁβρόπλουτος
richly luxuriant

ShortDef

richly luxuriant

Debugging

Headword:
ἁβρόπλουτος
Headword (normalized):
ἁβρόπλουτος
Headword (normalized/stripped):
αβροπλουτος
IDX:
142
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-143
Key:

Data

{'content': 'richly luxuriant'}