Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄσκωμα
ᾆσμα
ἀσμάραγος
ᾀσματοκάμπτης
ᾀσματολογέω
ᾀσματοποιός
ἀσμενέω
ἀσμενίζω
ἀσμενισμός
ἀσμενιστέον
ἀσμενιστός
ἄσμενος
ἄσμηκτος
ἀσόλοικος
ἀσοφία
ἀσόφιστος
ἄσοφος
ἄσπα
ἀσπάζομαι
ἀσπάθητος
ἀσπαίρω
View word page
ἀσμενιστός
acceptable, welcome

ShortDef

acceptable, welcome

Debugging

Headword:
ἀσμενιστός
Headword (normalized):
ἀσμενιστός
Headword (normalized/stripped):
ασμενιστος
IDX:
14231
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14232
Key:

Data

{'content': 'acceptable, welcome'}