Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀσκίπων
ἀσκίτης
Ἀσκλαῖοι
Ἀσκληπιάδαι
Ἀσκληπιάδειος
Ἀσκληπιάδης
ἀσκληπιάς
ἀσκληπιασμός
Ἀσκληπιεῖον
Ἀσκληπίειος
Ἀσκληπιός
ἀσκοδέτης
ἀσκοδορέω
ἀσκοθύλακος
ἀσκόπευτος
ἀσκοπήρα
ἄσκοπος
ἄσκοπος2
ἀσκοπυτίνη
ἀσκορδίνητος
ἀσκός
View word page
Ἀσκληπιός
Asclepius

ShortDef

Asclepius

Debugging

Headword:
Ἀσκληπιός
Headword (normalized):
ἀσκληπιός
Headword (normalized/stripped):
ασκληπιος
IDX:
14200
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14201
Key:

Data

{'content': 'Asclepius'}