Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄσκημα
ἄσκηνος
ἄσκηπτος
ἄσκησις
ἀσκητέος
ἀσκητής
ἀσκητικός
ἀσκητός
ἀσκίαστος
ἀσκιαστόω
ἀσκίδιον
ἀσκίον
ἄσκιος
ἀσκίπων
ἀσκίτης
Ἀσκλαῖοι
Ἀσκληπιάδαι
Ἀσκληπιάδειος
Ἀσκληπιάδης
ἀσκληπιάς
ἀσκληπιασμός
View word page
ἀσκίδιον
Dim. of ἀσκός, winebag

ShortDef

Dim. of ἀσκός, winebag

Debugging

Headword:
ἀσκίδιον
Headword (normalized):
ἀσκίδιον
Headword (normalized/stripped):
ασκιδιον
IDX:
14187
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14188
Key:

Data

{'content': 'Dim. of ἀσκός, winebag'}