Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἀσκάνιος
ἀσκάντης
ἀσκαρδαμυκτέω
ἀσκαρδαμύκτης
ἀσκαρδαμυκτί
ἀσκαρδάμυκτος
ἀσκαρής
ἀσκαριδώδης
ἀσκαρίς
ἀσκάριστος
ἄσκαρος
ἀσκαύλης
ἄσκαφος
ἀσκέδαστος
ἀσκελής
ἀσκελοποιός
ἀσκέπαρνος
ἀσκέπαστος
ἀσκεπής
ἄσκεπτος
ἀσκέρα
View word page
ἄσκαρος
castanet
ShortDef
castanet
Debugging
Headword:
ἄσκαρος
Headword (normalized):
ἄσκαρος
Headword (normalized/stripped):
ασκαρος
IDX:
14159
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14160
Key:
Data
{'content': 'castanet'}