Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀειλογέω
ἀειλογία
ἄειλος
ἀείμαργος
ἀειμεριστός
ἀειμετάβλητος
ἀειμνημόνευτος
ἀειμνήμων
ἀείμνηστος
ἀειναῦται
ἀείνηστις
ἀειπάθεια
ἀειπαθής
ἀειπαλής
ἀειπάρθενος
ἀείπλανος
ἀείρυτος
ἀείρω
ἀεισιτία
ἀείσιτος
ἀείσκωψ
View word page
ἀείνηστις
ever-fasting

ShortDef

ever-fasting

Debugging

Headword:
ἀείνηστις
Headword (normalized):
ἀείνηστις
Headword (normalized/stripped):
αεινηστις
IDX:
1411
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1412
Key:

Data

{'content': 'ever-fasting'}