Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀσθενόψυχος
ἀσθενόω
ἀσθένωσις
ἆσθμα
ἀσθμαίνω
ἀσθματικός
Ἀσία
Ἀσιαγενής
Ἀσιάδης
Ἀσιανός
Ἀσιάρχης
Ἀσιαρχία
Ἀσιάς
Ἀσιᾶτις
Ἀσιατογενής
ἀσιγησία
ἀσίγητος
ἄσιγμος
ἀσίδα
ἀσίδηρος
ἄσικχος
View word page
Ἀσιάρχης
an Asiarch

ShortDef

an Asiarch

Debugging

Headword:
Ἀσιάρχης
Headword (normalized):
ἀσιάρχης
Headword (normalized/stripped):
ασιαρχης
IDX:
14108
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14109
Key:

Data

{'content': 'an Asiarch'}