Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀσθενόρριζος
ἀσθενόψυχος
ἀσθενόω
ἀσθένωσις
ἆσθμα
ἀσθμαίνω
ἀσθματικός
Ἀσία
Ἀσιαγενής
Ἀσιάδης
Ἀσιανός
Ἀσιάρχης
Ἀσιαρχία
Ἀσιάς
Ἀσιᾶτις
Ἀσιατογενής
ἀσιγησία
ἀσίγητος
ἄσιγμος
ἀσίδα
ἀσίδηρος
View word page
Ἀσιανός
Asiatic
ShortDef
Asiatic
Debugging
Headword:
Ἀσιανός
Headword (normalized):
ἀσιανός
Headword (normalized/stripped):
ασιανος
IDX:
14107
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14108
Key:
Data
{'content': 'Asiatic'}