Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀσεβέω
ἀσέβημα
ἀσεβής
ἄσειρος
ἀσείρωτος
ἄσειστος
ἀσελγαίνω
ἀσέλγεια
ἀσέλγημα
ἀσελγής
ἀσελγόκερως
ἀσελγομανέω
ἀσελγοποιός
ἀσέληνος
ἀσέλινος
ἀσεμνολόγητος
ἄσεμνος
ἄσεπτος
ἄση
ἀσήμαντος
ἀσήμαντρος
View word page
ἀσελγόκερως
with outrageous horn

ShortDef

with outrageous horn

Debugging

Headword:
ἀσελγόκερως
Headword (normalized):
ἀσελγόκερως
Headword (normalized/stripped):
ασελγοκερως
IDX:
14069
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14070
Key:

Data

{'content': 'with outrageous horn'}