Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀσάω
ἀσβεστήριοι
ἀσβέστινον
ἄσβεστος
ἀσβέστωσις
ἀσβολαίνεται
ἀσβολοποιός
ἄσβολος
ἀσβολόω
ἀσβολώδης
Ἀσδρούβας
ἀσέβεια
ἀσεβέω
ἀσέβημα
ἀσεβής
ἄσειρος
ἀσείρωτος
ἄσειστος
ἀσελγαίνω
ἀσέλγεια
ἀσέλγημα
View word page
Ἀσδρούβας
Hasdrubal

ShortDef

Hasdrubal

Debugging

Headword:
Ἀσδρούβας
Headword (normalized):
ἀσδρούβας
Headword (normalized/stripped):
ασδρουβας
IDX:
14057
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14058
Key:

Data

{'content': 'Hasdrubal'}