Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρωματοφόρος
ἀρωματώδης
ἆς
ἀσαίνων
Ἀσαῖος
ἄσακτος
ἀσαλαμίνιος
ἀσάλεια
ἀσάλευτος
ἀσαλής
ἀσάλπικτος
ἀσάμινθος
ἀσάνδαλος
Ἄσανος
ἄσαντος
ἀσάομαι
ἀσαπής
ἀσαρίτης
ἀσαρκέω
ἀσαρκής
ἀσαρκία
View word page
ἀσάλπικτος
without sound of trumpet

ShortDef

without sound of trumpet

Debugging

Headword:
ἀσάλπικτος
Headword (normalized):
ἀσάλπικτος
Headword (normalized/stripped):
ασαλπικτος
IDX:
14027
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14028
Key:

Data

{'content': 'without sound of trumpet'}