Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρχιυπηρέτης
ἀρχιφερεκίτης
ἀρχίφιλος
ἀρχιφρουρέω
ἀρχίφρουρος
ἀρχιφυλακέω
ἀρχιφυλακία
ἀρχιφυλακίτης
ἀρχιφύλαξ
ἀρχιφύλαρχος
ἀρχίφυλος
ἀρχίχορος
ἀρχογλυπτάδης
ἀρχοειδής
ἀρχοινόχοος
ἀρχολίπαρος
ἀρχοντεύω
ἀρχοντιάω
ἀρχοντικός
ἀρχός
ἀρχοστάσιος
View word page
ἀρχίφυλος
chief of a tribe

ShortDef

chief of a tribe

Debugging

Headword:
ἀρχίφυλος
Headword (normalized):
ἀρχίφυλος
Headword (normalized/stripped):
αρχιφυλος
IDX:
13988
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13989
Key:

Data

{'content': 'chief of a tribe'}