Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρχισιτοποιός
ἀρχισκηπτοῦχος
ἀρχιστάτωρ
ἀρχιστράτηγος
ἀρχισυνάγωγος
ἀρχισωματοφύλαξ
ἀρχιταβλάριος
ἀρχιτεκτονεύμα
ἀρχιτεκτονέω
ἀρχιτεκτόνημα
ἀρχιτεκτονία
ἀρχιτεκτονικός
ἀρχιτεκτοσύνη
ἀρχιτέκτων
ἀρχιτελώνης
ἀρχιτρίκλινος
ἀρχιυπασπιστής
ἀρχιυπηρέτης
ἀρχιφερεκίτης
ἀρχίφιλος
ἀρχιφρουρέω
View word page
ἀρχιτεκτονία
architecture, construction

ShortDef

architecture, construction

Debugging

Headword:
ἀρχιτεκτονία
Headword (normalized):
ἀρχιτεκτονία
Headword (normalized/stripped):
αρχιτεκτονια
IDX:
13971
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13972
Key:

Data

{'content': 'architecture, construction'}