Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρχιπρύτανις
ἀρχιραβδοῦχος
ἀρχισιτοποιός
ἀρχισκηπτοῦχος
ἀρχιστάτωρ
ἀρχιστράτηγος
ἀρχισυνάγωγος
ἀρχισωματοφύλαξ
ἀρχιταβλάριος
ἀρχιτεκτονεύμα
ἀρχιτεκτονέω
ἀρχιτεκτόνημα
ἀρχιτεκτονία
ἀρχιτεκτονικός
ἀρχιτεκτοσύνη
ἀρχιτέκτων
ἀρχιτελώνης
ἀρχιτρίκλινος
ἀρχιυπασπιστής
ἀρχιυπηρέτης
ἀρχιφερεκίτης
View word page
ἀρχιτεκτονέω
to be the architect

ShortDef

to be the architect

Debugging

Headword:
ἀρχιτεκτονέω
Headword (normalized):
ἀρχιτεκτονέω
Headword (normalized/stripped):
αρχιτεκτονεω
IDX:
13969
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13970
Key:

Data

{'content': 'to be the architect'}