Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀρχικερδέμπορος
ἀρχικήπουρος
ἀρχίκλοπος
ἀρχίκλωψ
ἀρχικοιτωνίτης
ἀρχικός
ἀρχικυβερνήτης
ἀρχικυνηγός
ἀρχιλῃστής
Ἀρχιλόχειος
Ἀρχίλοχος
ἀρχιμάγειρος
ἀρχίμαγος
ἀρχιμανδρίτης
ἀρχιμάχιμος
ἀρχιμηχανικός
ἀρχίμιμος
ἀρχιμύστης
ἀρχινακορέω
ἀρχιναυφύλαξ
ἀρχινεανίσκος
View word page
Ἀρχίλοχος
Archilochus
ShortDef
Archilochus
Debugging
Headword:
Ἀρχίλοχος
Headword (normalized):
ἀρχίλοχος
Headword (normalized/stripped):
αρχιλοχος
IDX:
13928
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13929
Key:
Data
{'content': 'Archilochus'}