Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρχιευνοῦχος
ἀρχιζάκορος
ἀρχιζάπφης
ἀρχιθάλασσος
ἀρχιθεωρέω
ἀρχιθεωρία
ἀρχιθέωρος
ἀρχιθιασίτης
ἀρχίθρονος
ἀρχιθύρα
ἀρχιθυρωρός
ἀρχικαμινευτής
ἀρχικέραυνος
ἀρχικερδέμπορος
ἀρχικήπουρος
ἀρχίκλοπος
ἀρχίκλωψ
ἀρχικοιτωνίτης
ἀρχικός
ἀρχικυβερνήτης
ἀρχικυνηγός
View word page
ἀρχιθυρωρός
chief door-keeper

ShortDef

chief door-keeper

Debugging

Headword:
ἀρχιθυρωρός
Headword (normalized):
ἀρχιθυρωρός
Headword (normalized/stripped):
αρχιθυρωρος
IDX:
13915
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13916
Key:

Data

{'content': 'chief door-keeper'}