Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρχαιρεσία
ἀρχαιρεσιάζω
ἀρχαιρεσιακός
ἀρχαιρεσιάρχης
ἀρχαϊσμός
ἀρχέβακχος
ἀρχέγονος
ἀρχεδέατρος
Ἀρχέδημος
ἀρχεδίκας
ἀρχείνη
ἀρχεῖον
ἀρχειοφύλαξ
ἀρχεῖτις
ἀρχειώτης
ἀρχέκακος
Ἀρχέλαος
ἀρχέλαος
ἀρχελληνοδίκης
Ἀρχέλοχος
ἀρχέμπορος
View word page
ἀρχείνη
priestess

ShortDef

priestess

Debugging

Headword:
ἀρχείνη
Headword (normalized):
ἀρχείνη
Headword (normalized/stripped):
αρχεινη
IDX:
13827
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13828
Key:

Data

{'content': 'priestess'}