Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄρφα
ἀρχά
ἀρχάγγελος
ἀρχαγέτας
ἀρχαΐζω
ἀρχαϊκός
ἀρχαιογονία
ἀρχαιόγονος
ἀρχαιογράφος
ἀρχαιοειδής
ἀρχαιολογέω
ἀρχαιολογία
ἀρχαιολογικός
ἀρχαιολόγος
ἀρχαιομελισιδωνοφρυνιχήρατος
ἀρχαιόνομος
ἀρχαιόομαι
ἀρχαιοπινής
ἀρχαιόπλουτος
ἀρχαιοπρεπής
ἀρχαῖος
View word page
ἀρχαιολογέω
to discuss antiquities

ShortDef

to discuss antiquities

Debugging

Headword:
ἀρχαιολογέω
Headword (normalized):
ἀρχαιολογέω
Headword (normalized/stripped):
αρχαιολογεω
IDX:
13801
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13802
Key:

Data

{'content': 'to discuss antiquities'}