Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀείδελος
ἀειδής
ἀειδία
ἀειδίνητος
ἀείδιος
ἀειδουλεία
ἀείδω
ἀειεστώ
ἀειζωής
ἀειζωία
ἀείζωον
ἀείζωος
ἀείζωτος
ἀειζώων
ἀειθαλής
ἀειθανής
ἀειθερής
ἀείθουρος
ἀειθρύλητος
ἀείκαρπος
ἀεικείη
View word page
ἀείζωον
houseleek, Sempervivum

ShortDef

houseleek, Sempervivum

Debugging

Headword:
ἀείζωον
Headword (normalized):
ἀείζωον
Headword (normalized/stripped):
αειζωον
IDX:
1379
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1380
Key:

Data

{'content': 'houseleek, Sempervivum'}