Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρτυσία
ἀρτυσίλαος
ἄρτυσις
ἀρτυτήρ
ἀρτυτικός
ἀρτυτός
ἀρτύω
ἄρυα
ἀρύβαλλος
Ἀρύβας
ἀρύπαρος
ἀρυσαῖα
ἀρύσιμος
ἄρυσος
ἀρύσσομαι
ἀρυστήρ
ἀρυστικός
ἄρυστις
ἀρύστιχος
ἀρύταινα
ἀρυταινοειδής
View word page
ἀρύπαρος
not sordid

ShortDef

not sordid

Debugging

Headword:
ἀρύπαρος
Headword (normalized):
ἀρύπαρος
Headword (normalized/stripped):
αρυπαρος
IDX:
13775
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13776
Key:

Data

{'content': 'not sordid'}