Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρτύνας
ἀρτύνω
ἀρτυσία
ἀρτυσίλαος
ἄρτυσις
ἀρτυτήρ
ἀρτυτικός
ἀρτυτός
ἀρτύω
ἄρυα
ἀρύβαλλος
Ἀρύβας
ἀρύπαρος
ἀρυσαῖα
ἀρύσιμος
ἄρυσος
ἀρύσσομαι
ἀρυστήρ
ἀρυστικός
ἄρυστις
ἀρύστιχος
View word page
ἀρύβαλλος
a bag

ShortDef

a bag

Debugging

Headword:
ἀρύβαλλος
Headword (normalized):
ἀρύβαλλος
Headword (normalized/stripped):
αρυβαλλος
IDX:
13773
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13774
Key:

Data

{'content': 'a bag'}