Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀρτοπωλικόν
ἀρτοπώλιον
ἀρτόπωλις
ἄρτος
ἀρτοσιτέω
ἀρτοσιτία
ἀρτοστάσιον
ἀρτοστροφέω
ἀρτότυρος
ἀρτοφαγέω
ἀρτοφάγος
ἀρτοφοῖνιξ
ἀρτοφόριον
ἀρτοφόρος
ἀρτόχαρις
ἄρτυμα
ἀρτυματᾶς
ἀρτυματικός
ἀρτυματοποιΐα
ἀρτυματοπώλης
ἀρτυματώδης
View word page
ἀρτοφάγος
a bread-eater
ShortDef
a bread-eater
Debugging
Headword:
ἀρτοφάγος
Headword (normalized):
ἀρτοφάγος
Headword (normalized/stripped):
αρτοφαγος
IDX:
13752
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13753
Key:
Data
{'content': 'a bread-eater'}