Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀρτοπωλέω
ἀρτοπώλης
ἀρτοπωλία
ἀρτοπωλικόν
ἀρτοπώλιον
ἀρτόπωλις
ἄρτος
ἀρτοσιτέω
ἀρτοσιτία
ἀρτοστάσιον
ἀρτοστροφέω
ἀρτότυρος
ἀρτοφαγέω
ἀρτοφάγος
ἀρτοφοῖνιξ
ἀρτοφόριον
ἀρτοφόρος
ἀρτόχαρις
ἄρτυμα
ἀρτυματᾶς
ἀρτυματικός
View word page
ἀρτοστροφέω
turn bread
ShortDef
turn bread
Debugging
Headword:
ἀρτοστροφέω
Headword (normalized):
ἀρτοστροφέω
Headword (normalized/stripped):
αρτοστροφεω
IDX:
13749
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13750
Key:
Data
{'content': 'turn bread'}