Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρτίχυτος
ἀρτιώνυμος
Ἀρτοβαζάνης
ἀρτοδότης
ἀρτοζήτης
ἀρτοθήκη
ἀρτοκάπηλος
ἀρτόκλασμα
ἀρτοκοπεῖον
ἀρτοκοπία
ἀρτοκοπικός
ἀρτοκόπος
ἀρτόκρεας
ἀρτολάγανον
ἀρτολάγυνος
ἀρτόμελι
ἀρτοπίναξ
ἀρτοποιέω
ἀρτοποιΐα
ἀρτοποιϊκός
ἀρτοποιός
View word page
ἀρτοκοπικός
belonging to a baker

ShortDef

belonging to a baker

Debugging

Headword:
ἀρτοκοπικός
Headword (normalized):
ἀρτοκοπικός
Headword (normalized/stripped):
αρτοκοπικος
IDX:
13722
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13723
Key:

Data

{'content': 'belonging to a baker'}