Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀειγενεσία
ἀειγενέτης
ἀειγενής
ἀειγένητος
ἀειγεννητής
ἀειγλεῦκος
ἀειδάκρυτος
ἀείδασμος
ἀείδελος
ἀειδής
ἀειδία
ἀειδίνητος
ἀείδιος
ἀειδουλεία
ἀείδω
ἀειεστώ
ἀειζωής
ἀειζωία
ἀείζωον
ἀείζωος
ἀείζωτος
View word page
ἀειδία
deformity
ShortDef
deformity
Debugging
Headword:
ἀειδία
Headword (normalized):
ἀειδία
Headword (normalized/stripped):
αειδια
IDX:
1371
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1372
Key:
Data
{'content': 'deformity'}