Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρτιχάρακτος
ἀρτίχειρ
ἀρτίχνους
ἀρτιχόρευτος
ἀρτίχριστος
ἀρτίχυτος
ἀρτιώνυμος
Ἀρτοβαζάνης
ἀρτοδότης
ἀρτοζήτης
ἀρτοθήκη
ἀρτοκάπηλος
ἀρτόκλασμα
ἀρτοκοπεῖον
ἀρτοκοπία
ἀρτοκοπικός
ἀρτοκόπος
ἀρτόκρεας
ἀρτολάγανον
ἀρτολάγυνος
ἀρτόμελι
View word page
ἀρτοθήκη
pantry

ShortDef

pantry

Debugging

Headword:
ἀρτοθήκη
Headword (normalized):
ἀρτοθήκη
Headword (normalized/stripped):
αρτοθηκη
IDX:
13717
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13718
Key:

Data

{'content': 'pantry'}