Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρτιστράτευτος
ἀρτισύλληπτος
ἀρτιτέλεστος
ἀρτιτελής
ἀρτιτοκέω
ἀρτίτοκος
ἀρτίτομος
ἀρτιτρεφής
ἀρτίτροπος
ἀρτιφαής
ἀρτιφανής
ἀρτίφατος
ἀρτίφονος
ἀρτίφρων
ἀρτιφυής
ἀρτίφυτος
ἀρτιχανής
ἀρτιχάρακτος
ἀρτίχειρ
ἀρτίχνους
ἀρτιχόρευτος
View word page
ἀρτιφανής
just seen, having newly appeared

ShortDef

just seen, having newly appeared

Debugging

Headword:
ἀρτιφανής
Headword (normalized):
ἀρτιφανής
Headword (normalized/stripped):
αρτιφανης
IDX:
13700
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13701
Key:

Data

{'content': 'just seen, having newly appeared'}