Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀρτιστομία
ἀρτίστομος
ἀρτιστράτευτος
ἀρτισύλληπτος
ἀρτιτέλεστος
ἀρτιτελής
ἀρτιτοκέω
ἀρτίτοκος
ἀρτίτομος
ἀρτιτρεφής
ἀρτίτροπος
ἀρτιφαής
ἀρτιφανής
ἀρτίφατος
ἀρτίφονος
ἀρτίφρων
ἀρτιφυής
ἀρτίφυτος
ἀρτιχανής
ἀρτιχάρακτος
ἀρτίχειρ
View word page
ἀρτίτροπος
just of age, marriageable
ShortDef
just of age, marriageable
Debugging
Headword:
ἀρτίτροπος
Headword (normalized):
ἀρτίτροπος
Headword (normalized/stripped):
αρτιτροπος
IDX:
13698
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13699
Key:
Data
{'content': 'just of age, marriageable'}