Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρτιπαγής
ἀρτίπαις
ἀρτίπλουτος
ἀρτιπόλεμος
ἀρτίπους
ἄρτισις
ἀρτίσκαπτος
ἀρτίσκος
ἀρτιστομέω
ἀρτιστομία
ἀρτίστομος
ἀρτιστράτευτος
ἀρτισύλληπτος
ἀρτιτέλεστος
ἀρτιτελής
ἀρτιτοκέω
ἀρτίτοκος
ἀρτίτομος
ἀρτιτρεφής
ἀρτίτροπος
ἀρτιφαής
View word page
ἀρτίστομος
speaking in good idiom, with a straight tip

ShortDef

speaking in good idiom, with a straight tip

Debugging

Headword:
ἀρτίστομος
Headword (normalized):
ἀρτίστομος
Headword (normalized/stripped):
αρτιστομος
IDX:
13689
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13690
Key:

Data

{'content': 'speaking in good idiom, with a straight tip'}