Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρτίδροπος
ἀρτιεπής
ἀρτιζυγία
ἀρτίζω
ἀρτίζωος
ἀρτιθαλής
ἀρτιθανής
ἀρτιθέριστος
ἀρτίθηρος
ἀρτίκαυστος
ἀρτίκολλος
ἀρτικόμιστος
ἀρτικροτέω
ἀρτίληπτος
ἀρτιλιθία
ἀρτιλογία
ἀρτιλόγως
ἀρτιλόχευτος
ἀρτιμαθής
ἀρτιμελής
ἀρτίνοος
View word page
ἀρτίκολλος
close-glued, clinging close to

ShortDef

close-glued, clinging close to

Debugging

Headword:
ἀρτίκολλος
Headword (normalized):
ἀρτίκολλος
Headword (normalized/stripped):
αρτικολλος
IDX:
13659
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13660
Key:

Data

{'content': 'close-glued, clinging close to'}