Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀρτιγραφής
ἀρτιδαής
ἀρτιδάϊκτος
ἀρτίδακρυς
ἀρτιδίδακτος
ἀρτίδιον
ἀρτίδορος
ἀρτιδρεπής
ἀρτίδροπος
ἀρτιεπής
ἀρτιζυγία
ἀρτίζω
ἀρτίζωος
ἀρτιθαλής
ἀρτιθανής
ἀρτιθέριστος
ἀρτίθηρος
ἀρτίκαυστος
ἀρτίκολλος
ἀρτικόμιστος
ἀρτικροτέω
View word page
ἀρτιζυγία
a recent union
ShortDef
a recent union
Debugging
Headword:
ἀρτιζυγία
Headword (normalized):
ἀρτιζυγία
Headword (normalized/stripped):
αρτιζυγια
IDX:
13651
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13652
Key:
Data
{'content': 'a recent union'}