Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρτίγνωστος
ἀρτίγονος
ἀρτιγραφής
ἀρτιδαής
ἀρτιδάϊκτος
ἀρτίδακρυς
ἀρτιδίδακτος
ἀρτίδιον
ἀρτίδορος
ἀρτιδρεπής
ἀρτίδροπος
ἀρτιεπής
ἀρτιζυγία
ἀρτίζω
ἀρτίζωος
ἀρτιθαλής
ἀρτιθανής
ἀρτιθέριστος
ἀρτίθηρος
ἀρτίκαυστος
ἀρτίκολλος
View word page
ἀρτίδροπος
ready for plucking, of tender age

ShortDef

ready for plucking, of tender age

Debugging

Headword:
ἀρτίδροπος
Headword (normalized):
ἀρτίδροπος
Headword (normalized/stripped):
αρτιδροπος
IDX:
13649
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13650
Key:

Data

{'content': 'ready for plucking, of tender age'}