Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀρτιγάλακτος
ἀρτίγαμος
ἀρτιγένεθλος
ἀρτιγένειος
ἀρτιγενής
ἀρτιγέννητος
ἀρτιγλυφής
ἀρτίγνωστος
ἀρτίγονος
ἀρτιγραφής
ἀρτιδαής
ἀρτιδάϊκτος
ἀρτίδακρυς
ἀρτιδίδακτος
ἀρτίδιον
ἀρτίδορος
ἀρτιδρεπής
ἀρτίδροπος
ἀρτιεπής
ἀρτιζυγία
ἀρτίζω
View word page
ἀρτιδαής
just taught
ShortDef
just taught
Debugging
Headword:
ἀρτιδαής
Headword (normalized):
ἀρτιδαής
Headword (normalized/stripped):
αρτιδαης
IDX:
13642
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13643
Key:
Data
{'content': 'just taught'}