Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀέθλιος
ἀεθλονικία
ἄεθλος
ἀεθλοσύνη
ἀεθλοφορέω
ἀεί
ἀειβλαστής
ἀειβλάστησις
ἀείβολος
ἀειβρυής
ἀειγενεσία
ἀειγενέτης
ἀειγενής
ἀειγένητος
ἀειγεννητής
ἀειγλεῦκος
ἀειδάκρυτος
ἀείδασμος
ἀείδελος
ἀειδής
ἀειδία
View word page
ἀειγενεσία
perpetual generation

ShortDef

perpetual generation

Debugging

Headword:
ἀειγενεσία
Headword (normalized):
ἀειγενεσία
Headword (normalized/stripped):
αειγενεσια
IDX:
1361
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1362
Key:

Data

{'content': 'perpetual generation'}