Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρρηφόρος
ἀρρίγητος
ἄρριγος
ἄρριζος
ἀρρίζωτος
ἀρρίπιστος
ἄρρις
ἄρριχος
ἄρροια
ἄρροιζος
Ἀρρούντιος
ἀρρυθμέω
ἀρρυθμία
ἀρρύθμιστος
ἀρρυθμοπότης
ἄρρυθμος
ἀρρύπαντος
ἄρρυπος
ἄρρυπτος
ἀρρυσίαστος
ἀρρυτίδωτος
View word page
Ἀρρούντιος
Arruntius

ShortDef

Arruntius

Debugging

Headword:
Ἀρρούντιος
Headword (normalized):
ἀρρούντιος
Headword (normalized/stripped):
αρρουντιος
IDX:
13544
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13545
Key:

Data

{'content': 'Arruntius'}