Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀρρητοποιός
ἀρρητόρευτος
ἄρρητος
ἀρρητουργία
ἀρρηφορέω
ἀρρηφόρια
ἀρρηφορία
ἀρρηφόρος
ἀρρίγητος
ἄρριγος
ἄρριζος
ἀρρίζωτος
ἀρρίπιστος
ἄρρις
ἄρριχος
ἄρροια
ἄρροιζος
Ἀρρούντιος
ἀρρυθμέω
ἀρρυθμία
ἀρρύθμιστος
View word page
ἄρριζος
without roots
ShortDef
without roots
Debugging
Headword:
ἄρριζος
Headword (normalized):
ἄρριζος
Headword (normalized/stripped):
αρριζος
IDX:
13537
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13538
Key:
Data
{'content': 'without roots'}