Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρρενωνυμέω
ἀρρενωπία
ἀρρενωπός
ἀρρεπής
ἀρρευμάτιστος
ἄρρευστος
ἀρρεψία
ἀρρήδην
ἄρρηκτος
ἀρρήμων
ἀρρηνής
ἀρρησία
ἀρρητοποιέω
ἀρρητοποιός
ἀρρητόρευτος
ἄρρητος
ἀρρητουργία
ἀρρηφορέω
ἀρρηφόρια
ἀρρηφορία
ἀρρηφόρος
View word page
ἀρρηνής
fierce, savage

ShortDef

fierce, savage

Debugging

Headword:
ἀρρηνής
Headword (normalized):
ἀρρηνής
Headword (normalized/stripped):
αρρηνης
IDX:
13524
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13525
Key:

Data

{'content': 'fierce, savage'}