Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄρραιστος
ἄρραντος
ἄρρατος
ἄρραφος
ἄρρεκτος
ἀρρενικός
ἀρρενογονέω
ἀρρενογονία
ἀρρενογόνος
ἀρρενοκοίτης
ἀρρενοκυέω
ἀρρενομανής
ἀρρενομιξία
ἀρρενόομαι
ἀρρενόπαις
ἀρρενοπίπης
ἀρρενοποιέω
ἀρρενοποιός
ἀρρενοπρεπής
ἀρρενότης
ἀρρενοτοκέω
View word page
ἀρρενοκυέω
bear male children

ShortDef

bear male children

Debugging

Headword:
ἀρρενοκυέω
Headword (normalized):
ἀρρενοκυέω
Headword (normalized/stripped):
αρρενοκυεω
IDX:
13497
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13498
Key:

Data

{'content': 'bear male children'}