Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἁρπακτός
ἁρπάλαγος
ἁρπαλέος
ἁρπαλίζω
Ἁρπαλίων
ἅρπαξ
ἁρπάξανδρος
ἁρπαξίβιος
ἅρπασμα
ἅρπασος
ἁρπαστικός
ἁρπάστιον
ἁρπαστόν
ἁρπαστός
ἁρπεδής
ἁρπεδονάπται
ἁρπεδόνη
ἁρπεδονίζω
ἅρπεζα
ἅρπη
Ἅρπινα
View word page
ἁρπαστικός
rapacious
ShortDef
rapacious
Debugging
Headword:
ἁρπαστικός
Headword (normalized):
ἁρπαστικός
Headword (normalized/stripped):
αρπαστικος
IDX:
13469
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13470
Key:
Data
{'content': 'rapacious'}