Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἁρπάγδην
ἁρπάγη
ἁρπαγή
ἁρπαγιμαῖος
ἁρπάγιμος
ἅρπαγμα
ἁρπαγμός
Ἅρπαγος
ἅρπαγος
ἁρπάζω
ἁρπακτήρ
ἁρπακτής
ἁρπακτί
ἁρπακτικός
ἁρπακτός
ἁρπάλαγος
ἁρπαλέος
ἁρπαλίζω
Ἁρπαλίων
ἅρπαξ
ἁρπάξανδρος
View word page
ἁρπακτήρ
a robber
ShortDef
a robber
Debugging
Headword:
ἁρπακτήρ
Headword (normalized):
ἁρπακτήρ
Headword (normalized/stripped):
αρπακτηρ
IDX:
13455
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13456
Key:
Data
{'content': 'a robber'}