Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀροτριασμός
ἀροτριαστής
ἀροτριάω
ἀρότριος
ἀροτροδίαυλος
ἀροτροειδής
ἄροτρον
ἀροτροπόνος
ἀροτρόπους
ἀροτροφορέω
ἀρότται
ἄρουρα
ἀρουραβάτης
ἀρουραῖος
ἀρουρηδόν
ἀρουρισμός
ἀρουροπόνος
ἀρόω
ἁρπάγδην
ἁρπάγη
ἁρπαγή
View word page
ἀρότται
serfs

ShortDef

serfs

Debugging

Headword:
ἀρότται
Headword (normalized):
ἀρότται
Headword (normalized/stripped):
αροτται
IDX:
13437
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13438
Key:

Data

{'content': 'serfs'}