Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀρνοφάγος
ἄρνυμαι
ἀρνῳδός
ἀρνών
ἄρξ
ἄρξιφος
Ἀροάνια
Ἀροάνιος
ἄρον
ἄρος
ἀρόσιμος
ἄροσις
ἀρότας
ἀροτήρ
ἀρότης
ἀροτήσιος
ἀροτικός
ἄροτος
ἀροτός
ἀροτραῖος
ἀρότρευμα
View word page
ἀρόσιμος
arable, fruitful
ShortDef
arable, fruitful
Debugging
Headword:
ἀρόσιμος
Headword (normalized):
ἀρόσιμος
Headword (normalized/stripped):
αροσιμος
IDX:
13410
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13411
Key:
Data
{'content': 'arable, fruitful'}