Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀρνειός
ἀρνεοθοίνης
ἀρνέομαι
ἀρνευτήρ
ἀρνευτήρια
ἀρνεύω
ἀρνεώς
ἀρνηάς
ἀρνήσιμος
ἄρνησις
ἀρνητέον
ἀρνητικός
ἀρνίον
ἀρνόγλωσσον
ἀρνοκόμης
ἀρνός
ἀρνοτροφία
ἀρνοφάγος
ἄρνυμαι
ἀρνῳδός
ἀρνών
View word page
ἀρνητέον
one must deny
ShortDef
one must deny
Debugging
Headword:
ἀρνητέον
Headword (normalized):
ἀρνητέον
Headword (normalized/stripped):
αρνητεον
IDX:
13393
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13394
Key:
Data
{'content': 'one must deny'}