Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἁρμολόγος
ἁρμονία
Ἁρμονίδης
ἁρμονίζω
ἁρμονίη
ἁρμονικός
ἁρμόνιος
ἁρμοποιός
ἁρμός
ἅρμοσις
ἅρμοσμα
ἁρμοστέον
ἁρμοστήρ
ἁρμοστής
ἁρμοστικός
ἁρμοστός
ἅρμοστρα
ἁρμόστωρ
ἄρμυλα
ἀρναβώ
Ἀρναῖος
View word page
ἅρμοσμα
joined work
ShortDef
joined work
Debugging
Headword:
ἅρμοσμα
Headword (normalized):
ἅρμοσμα
Headword (normalized/stripped):
αρμοσμα
IDX:
13368
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13369
Key:
Data
{'content': 'joined work'}