Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἁρμόδιος
Ἁρμόδιος
ἁρμοδιοτυπής
ἁρμοζόντως
ἁρμόζω
ἁρμοῖ
ἁρμοκ[όπος]
ἁρμολογέω
ἁρμολόγησις
ἁρμολόγος
ἁρμονία
Ἁρμονίδης
ἁρμονίζω
ἁρμονίη
ἁρμονικός
ἁρμόνιος
ἁρμοποιός
ἁρμός
ἅρμοσις
ἅρμοσμα
ἁρμοστέον
View word page
ἁρμονία
(fastening) union, order, musical key, harmony

ShortDef

(fastening) union, order, musical key, harmony

Debugging

Headword:
ἁρμονία
Headword (normalized):
ἁρμονία
Headword (normalized/stripped):
αρμονια
IDX:
13359
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13360
Key:

Data

{'content': '(fastening) union, order, musical key, harmony'}