Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἁδύπνοος
ἀδυσκόλως
ἀδυσώπητος
ἄδυτον
ἄδυτος
ἀδώμητος
Ἀδωνάρια
Ἀδώνειος
Ἀδώνια
ἀδωνιάζω
Ἀδωνιακός
Ἀδωνίας
Ἀδωνιασμός
Ἀδώνιος
Ἄδωνις
ἀδωρία
ἀδωροδόκητος
ἀδωροδόκος
ἄδωρος
ἀδωσιδικία
ἀδώτης
View word page
Ἀδωνιακός
of/for Adonis

ShortDef

of/for Adonis

Debugging

Headword:
Ἀδωνιακός
Headword (normalized):
ἀδωνιακός
Headword (normalized/stripped):
αδωνιακος
IDX:
1334
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1335
Key:

Data

{'content': 'of/for Adonis'}